Negative Buoyancy, the story of a freediver
Ένας ελεύθερος δύτης μετατρέπεται σε νερό ενώ βουτά κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, συνδέεται με τη φύση και γίνεται μέρος του υποβρύχιου περιβάλλοντος κυνηγώντας σαν θαλάσσιο αρπακτικό.
Ο μαγευτικός υποβρύχιος κόσμος είναι προσιτός σε εκείνους που ξεπερνούν τον φόβο και τολμούν να ωθήσουν τα ανθρώπινα όριά τους λίγο περισσότερο για να τον εξερευνήσουν. Το πάθος με τον γαλήνιο κόσμο κάτω από την επιφάνεια γίνεται τρόπος ζωής για όσους παραδίδονται στην αρνητική πλευστότητα.
Σχετικά Έργα
Το βίντεο που παρουσιάζεται αποτελεί ένα είδος καταγραφής – τεκμηρίωσης μίας χωρικής εγκατάστασης με διττό ρόλο, μέσω της θέασης/παρατήρησης και της συμμετοχής. Η διερεύνηση της σχέσης που αναπτύσσεται μεταξύ ψηφιακού και πραγματικού χώρου, δρώντας σε αυτόν, ως κύριος άξονας της αφήγησης ο άνθρωπος, ορίζεται ως το πλαίσιο της έρευνας, με αντικείμενο μελέτης την έννοια της μεταφοράς στη συνύπαρξη της εμπειρίας ως αφήγηση και της εμπειρίας του παρόντος ως γεγονός επιτέλεσης. Το πραγματικό περιβάλλον, μέσω της καταγραφής, προβάλλεται σε ένα αναλογικό έργο και μεταφέρεται σε ένα ψηφιακό περιβάλλον (εικόνες-βίντεο-βιντεοπροβολή), συνδέοντας το πραγματικό, το ψηφιακό και τη ζωγραφική φόρμα. Αντίστοιχα, το φυσικό περιβάλλον της εγκατάστασης μεταφέρεται στην επιφάνεια προβολής, σε έναν ψηφιακό χώρο, μέσω της κάμερας και του προβολέα. H βιντεοπροβολή διακόπτεται με την είσοδο του επισκέπτη στον χώρο της διάδρασης. Δημιουργείται μία συνθήκη όπου ο θεατής/επισκέπτης, αφενός γίνεται δέκτης ψηφιακών ερεθισμάτων (βιντεοπροβολή) και αφετέρου βιώνει μία νέα χωρική εμπειρία μέσω της συσχέτισης του πραγματικού με τον ψηφιακό χώρο.
Έργο Βίντεο. 39 πρόσωπα διαφορετικών ηλικιών που ζουν στο ίδιο μέρος καλούνται να καθίσουν μπροστά σε μια μαύρη πόρτα για να μιλήσουν για το αγαπημένο τους αντικείμενο και σε τι θα μεταμορφώνονταν με αυτό. Το βίντεο καταγράφει τις σιωπές πριν, μετά ή κατά τη διάρκεια του λόγου.
Το animation είναι η εμψύχωση του παραμυθιού " Ο αλυσοδεμένος ελέφαντας". " Ο αλυσοδεμένος ελέφαντας " είναι μια από τις ιστορίες του ψυχίατρου Χόρχε Μπουκάι από το βιβλίο του "Να σου πω μια ιστορία" που την αφηγείται στον θεραπευόμενο του. Αναφέρεται στην απορία ενός παιδιού που παρατηρεί ότι ένας τεράστιος ελέφαντας του τσίρκου παραμένει δεμένος σε ένα μικρό ξυλαράκι χωρίς να προσπαθεί να ελευθερωθεί και χωρίς να διαμαρτύρεται. Ο ελέφαντας του τσίρκου παρέμενε δεμένος στο μικροσκοπικό του παλούκι γιατί «η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννησή του είναι χαραγμένη στη μνήμη του».
Ένα πειραματικό εργαστήριο πραγματοποιήθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κέρκυρας, το Μάιο του 2019. Το εργαστήριο σχεδιάστηκε πάνω στο πλαίσιο της διεπιστημονικής μάθησης και της συμμετοχικής τέχνης, βασίστηκε στο Maker Culture και στην εκπαίδευση STEAM, επιθυμώντας να αναδείξει την σημασία της τέχνης και της επιστήμης στην εκπαίδευση. Οι συμμετέχοντες, παιδιά και έφηβοι 11-15 ετών ξεναγήθηκαν αρχικά στο σημαντικό έκθεμα του Αρχαιολογικού Μουσείου της Κέρκυρας, το αέτωμα της Άρτεμης-Γοργούς και γνώρισαν τον μύθο που το περιβάλλει. Σε δύο ομάδες τα παιδιά έφτιαξαν:
1. ηλεκτρονικά κυκλώματα για την παραγωγή ήχων μέσω φωτοαντίστασης και αγώγιμης μελάνης και
2. Αγώγιμα σχέδια με αφορμή το αέτωμα.
Οι δύο ομάδες συνδύασαν τα έργα τους σε διαδραστικές εγκαταστάσεις, όπου τα κυκλώματα και οι αισθητήρες "διαβάζουν" τονικές διαβαθμίσεις και γραμμές από τα σχέδια. Η video-καταγραφή καταδεικνύει την εμβύθιση των συμμετεχόντων στην εμπειρία.
Το θέμα της πτυχιακής εργασίας της Χάρις Μυρσιλίδη αφορά στην μεταφορά λογοτεχνικού κειμένου σε εικόνα. Τα αποσπάσματα των κειμένων που επιλέχτηκαν αποτελούν ιστορίες από τα παραμύθια των αδερφών Γκρίμ και συνδετικός κρίκος είναι το μοτίβο της μεταμόρφωσης. Η παρουσίαση του πρακτικού μέρους της πτυχιακής εργασίας αφορά εγκατάσταση με γλυπτά από πηλό, ηχητική επένδυση και φωτισμό .Ο γλυπτικός χώρος διαμορφώνεται από την Χάρις Μυρσιλίδη φοιτήτρια του τμήματος Τεχνών Ήχου και Εικόνας και ο ήχος από τον συνθέτη Ιωάννη Κονσολάκη.
Καθώς η '' Έναστρη Νύχτα'' του Βίνσεντ Βαν Γκογκ αποτελεί ένα από τα αγαπημένα μου έργα ζωγραφικής, δημιούργησα μια ηχητική σύνθεση με κύριο στόχο τη δημιουργία ατμόσφαιρας με μια πιο ελεύθερη και αφαιρετική προσέγγιση . Αποτυπώνονται οι μικρές πινελιές, τα χρώματα , η στροβιλώδης ροή , το φυσικό τοπίο του πίνακα και η ψυχοσύνθεση του καλλιτέχνη. Το κομμάτι σε συνδυασμό με δυο εικόνες αποτελείται απο τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος ,παρουσιάζεται το νυχτερινό τοπίο, στο δεύτερο τα έντονα συναισθήματα του καλλιτέχνη και στο τρίτο η φύση με τη δύναμη της που ηρεμεί την ψυχή του ανθρώπου.
Το συγκεκριμένο έργο αποτελείται από πολλαπλές βιντεοσκοπημένες κυλίσεις προς τα κάτω (scroll down) γνωστών μέσων κοινωνικής δικτύωσης από κινητό τηλέφωνο (smart phone) οι οποίες προβάλλονται σε οριζόντια διάταξη και με συνεχόμενη ροή. Σε δεύτερη ανάγνωση και αφού ο θεατής απομακρυνθεί από την επί μέρους πληροφορία συνειδητοποιεί ότι σε όλη την έκταση του το βίντεο σχηματίζεται η ελληνική σημαία. Το έργο επιχειρεί να θέσει ερωτήματα που αφορούν τη διαρκώς αυξανόμενη χρήση, που καταλήγει κατάχρηση, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην ελληνική καθημερινότητα. Λειτουργώντας άλλοτε ως μέσα επικοινωνίας και ενημέρωσης και άλλοτε ως εργαλεία χειραγώγησης, τα αποκαλούμενα social media απασχολούν και επηρεάζουν έντονα το κοινωνικό σύνολο, ενώ οι δημοσιεύσεις των πολλαπλών χρηστών τους αποτελούν πλέον αναπόσπαστο τμήμα του σύγχρονου (ψηφιακού) δημόσιου χώρου.
Το έργο αναφέρεται σε μία ασφυκτική σχέση ανάμεσα σε πατέρα και γιο, η οποία εκφράζεται με το εμμονικό κάλεσμα του πατέρα στον γιο, για να πάει να φάει ζεστό το φαγητό του. Ο γιος ζει σε ρυθμούς επιτακτικού πρωινού/μεσημεριανού/βραδινού με ελάχιστες αποδράσεις καθώς ο πατέρας δεν σταματά σχεδόν ποτέ να φωνάζει, έχοντας μια φωνή διαπεραστική. Εκείνος ζει σε ρυθμούς συνεχούς ορθοστατικής παραγωγής φαγητού. Ένας γιος πολύ ελαστικός, ένας πατέρας πολύ άκαμπτος. Ένα ξύλο, επίσης άκαμπτο, το οποίο ασκεί ακατανίκητη έλξη στον γιό. Εκείνη την είχε ξεβράσει η θάλασσα. Η υψηλότερη θερμοκρασία βρασμού βρίσκεται στο επίπεδο της θάλασσας. Οι παφλασμοί και οι κοχλασμοί έγιναν ένα. Η άπνοια και η εμβύθιση στην ίδια την κατσαρόλα του πατέρα του, που αποτελεί το σύμβολο της επιρροής του, τελικά οδηγoύν στην απελευθέρωση του. Σφίχτηκε τόσο πολύ επάνω της, που για πρώτη φορά σταθεροποιήθηκε. Αφέθηκαν στο να τους παρασύρει το κύμα και επιπλέοντας επιπλοποιήθηκαν.
Πού πηγαίνουν οι μνήμες όταν χάνονται; Και όταν δεν τις ανακαλώ, βρίσκονται εκεί που τις άφησα; Σε αυτό το δωμάτιο, το τόσο "ιδιωτικό" και αμετάκλητο όσο και η μνήμη μας, τα αντικείμενα εμψυχώνουν μία σειρά από σενάρια. Μία θύμηση κατακλύζει το δωμάτιο, μία άλλη δυσκολεύεται να φανερωθεί, μία άλλη διαρρέει μπρος και πίσω στο χρόνο. Η έννοια του "άλλου" αιωρείται ανάμεσα σε δύο καταστάσεις, σε αυτό που πέρασε, και σε αυτό που ανασύρεται κάθε φορά. Άλλωστε ποτέ δεν θυμόμαστε αυτούσια ή αντικειμενικά το συμβάν και το χώρο του. Πάντοτε εμψυχώνουμε την ανάμνηση με το δικό μας τρόπο. Μέσα από συνεχείς ανακλήσεις που προσπαθούν να διαιωνίσουν την ύπαρξη του "δωματίου", οι μνήμες συνομιλούν με το χώρο και το χρόνο, και μαζί με ένα μέρος του εαυτού μας. Είτε ως παρελθόν, είτε ως λήθη, είτε ως απώλεια, μοιάζουν να περιέχουν κάτι από αυτό που έχουμε ήδη χάσει.