Ο Τελευταίος Δεν Γελάει Ποτέ

Ένας άνθρωπος, ο οποίος έχει χάσει την ταυτότητά του και το μόνο που γνωρίζει είναι πως είναι δημοσιογράφος, επισκέπτεται μία περίεργη χώρα, η οποία απαγορεύει δια νόμου το χαμόγελο. Μέσα σε αυτήν την χώρα αισθάνεται πως χάνεται μέσα σε μία δυστοπία αποτελούμενη από αυτοκαταστροφικούς ανθρώπους που καταδικάζουν τελείως το χαμόγελο. Σε αυτήν την χώρα ζει πολλές προσωπικές ιστορίες που τον κάνουν να ξεχνάει ποιος είναι ο στόχος του σαν άνθρωπος αλλά και να ξεχνάει πώς είναι ένας άνθρωπος. Θα καταφέρει τελικά να βγει από αυτό το αδιέξοδο;
Στρατής Αλβανός, Θεοδόσης Γιαννούλης, Εμμανουήλ Κουφάκης, Ιωάννα-Αναστασία Φακίνου, Δημήτρης Λιάπης, Μαίρη Αποστολίδου, Χρήστος Γιαννούλης, Ντιάνα Τσερκάσοβα
Σχετικά Έργα
Το "Where Do I Exist?" είναι είναι η δημιουργία ενός εικονικού χώρου που αναζητά την σχέση μεταξύ των δύο κόσμων εικονικού και πραγματικού. Το έργο είναι αποτέλεσμα της σχέσης των περισσότερων ανθρώπων με τα social media κυρίως κατά την περίοδο της πανδημία. Γίνεται μία αναζήτηση για το πως θα μπορούσαμε να υπάρξουμε απελευθερωμένοι από το σώμα μας και τι θα σήμαινε αυτό για έννοιες όπως η ταυτότητα του φύλου, το άγγιγμα και ο θάνατος. Θα μπορούσαμε να απελευθερωθούμε και από αυτά πλησιάζοντας σε μία εικονική ύπαρξη; Ο κάθενας μπορεί να είναι μέρος του έργου είτε βλέποντας τον εαυτό του σε αυτό είτε κάνοντας ένα hashtag στο twitter με την λέξη #immaterial.
Το έργο εστιάζει το βλέμμα του θεατη σε κοντινά πλάνα λουλουδιών ως στοιχεία της ομορφιάς της φύσης και της ψυχικής ανάτασης που δημιουργείται από την επαφή μαζί της.
Η εκπλήρωση μιας τελευταίας επιθυμίας, οδηγεί τον Filipo σε ένα αναδρομικό ταξίδι, από τα βουνά της Ηπείρου, στο πρόσφατο παρελθόν της πρωτοχρονιάς του 1945. Η συνάντηση του, με την ιστορία του, αναβιώνει τις μνήμες ενός ολόκληρου χωριού, ξεδιπλώνοντας τις σχέσεις και το δέσιμο δύο λαών, απέναντι στην επιταγή μιας όχι και τόσο μακρινής εποχής.
Το ντοκιμαντέρ παρακολουθεί έναν νέο που συλλέγει άχρηστες, για τους πολλούς, ηλεκτρονικές συσκευές. Γι’ αυτόν, μια χαλασμένη σκούπα ή μια σκουριασμένη σόμπα είναι ευκαιρία για να εξερευνήσει τον «εσωτερικό μικρόκοσμό» της, που αποτελείται από σύνθετα κυκλώματα, μοτέρ και ηλεκτρονικά συστήματα, και να τη μεταποιήσει σε τέτοιο βαθμό ώστε να αποκτήσει ξανά ζωή.
Ο χρόνος εμπειρίας της καραντίνας λειτούργησε ως εξανθρωπισμένος χρόνος. Η προηγούμενη κοινωνική βαρβαρότητα φυλακίστηκε στο οικείο κλουβί της ψυχής μου και έγινε ο χρόνος δημιουργίας μου. Κάθε μέρα ήταν ο φίλος μου, ένα αιώνιο κυκλικό και δυναμικό παρόν, μια συνείδηση χωρίς συγκρούσεις. Ήταν σαν μια αιωνιότητα που βιώνεται διαφορετικά κάθε στιγμή. Μια άνευ προηγουμένου μορφή ακινησίας με έπιασε και διαιωνίστηκε σε πολλά αφηρημένα θραύσματα που τελικά διαμόρφωσαν τη νέα υφή της ύπαρξής μου, σε αυτήν την περίεργη απομόνωση. Έγινε από το σφάγιο του χρόνου που ήμουν πριν, η ποιοτική του αποσύνθεση… Η πραγματικότητα παραμορφώθηκε και βιώθηκε απατηλά. Ο χρόνος από την αποξένωση που ήταν πριν, άλλαξε και έγινε το εξώφυλλο της γδαρμένης αλήθειας του εαυτού μου. Αυτός ο χρόνος, ονειρευόταν η συνείδησή μου να ζει.
Η Ζωή είναι μία 25χρονη φοιτήτρια, που ζει στο νησί της Κέρκυρας στην Ελλάδα, μαζί με τη μοναδική της φίλη και συγκάτοικο Άννα. Ξυπνώντας αργά ένα απόγευμα, η Ζωή συνειδητοποιεί πως η φίλη της αγνοείται και την αναζητεί μόνη μέσα στη νύχτα. Η παράξενα άδεια και ήσυχη πόλη, μία σειρά από περίεργα γεγονότα και η αίσθηση πως κάποιος την παρακολουθεί, την κάνουν να καταλάβει πως κάτι πολύ περίεργο συμβαίνει και η ανάγκη της να βρει τη φίλη της γίνεται μεγαλύτερη.
Την ίδια στιγμή, έρχεται αντιμέτωπη με μία σκοτεινή, μαυροντυμένη ανθρώπινη φιγούρα που προσπαθεί να την αιχμαλωτίσει. Στην προσπάθεια της να διαφύγει, η Ζωή βρίσκεται σε ένα λευκό δωμάτιο που μέσα δεν έχει τίποτα άλλο παρά μόνο έναν καθρέφτη.
Καθώς προχωράει πιο κοντά στον καθρέφτη βλέπει πως κάποιος είναι παγιδευμένος μέσα σε ένα άλλο δωμάτιο. Πιστεύοντας πως είναι η Άννα πλησιάζει περισσότερο και περνάει μέσα από τον καθρέφτη στο άλλο δωμάτιο.
Καθώς κάθεται δίπλα στο άλλο πρόσωπο, πιστεύοντας πως είναι η Άννα, συνειδητοποιεί πως είναι η ίδια. Σε μία απελπισμένη και αποφασιστική στιγμή προσπαθεί να σώσει την σωσία της, συνειδητοποιώντας ωστόσο, πως η σωσίας της δεν μπορεί να περάσει από την άλλη πλευρά του καθρέφτη. Καταλαβαίνοντας πως δεν υπάρχει διαφυγή η σωσίας αφήνει το χέρι της Ζωής.
Η Ζωή ξυπνάει το πρωί στο δωμάτιο της, ντύνεται και πηγαίνει μία βόλτα δίπλα στη θάλασσα στην τώρα ζωντανή και γεμάτη φασαρία πόλη. Καθώς στέκεται και κοιτάζει τα κύματα, γνωρίζει μία κοπέλα, την Άννα, που κάθεται λίγο πιο δίπλα. Οι δύο κοπέλες κάθονται δίπλα στην θάλασσα και μιλάνε.
Καθώς η '' Έναστρη Νύχτα'' του Βίνσεντ Βαν Γκογκ αποτελεί ένα από τα αγαπημένα μου έργα ζωγραφικής, δημιούργησα μια ηχητική σύνθεση με κύριο στόχο τη δημιουργία ατμόσφαιρας με μια πιο ελεύθερη και αφαιρετική προσέγγιση . Αποτυπώνονται οι μικρές πινελιές, τα χρώματα , η στροβιλώδης ροή , το φυσικό τοπίο του πίνακα και η ψυχοσύνθεση του καλλιτέχνη. Το κομμάτι σε συνδυασμό με δυο εικόνες αποτελείται απο τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος ,παρουσιάζεται το νυχτερινό τοπίο, στο δεύτερο τα έντονα συναισθήματα του καλλιτέχνη και στο τρίτο η φύση με τη δύναμη της που ηρεμεί την ψυχή του ανθρώπου.
Το συγκεκριμένο έργο αποτελείται από πολλαπλές βιντεοσκοπημένες κυλίσεις προς τα κάτω (scroll down) γνωστών μέσων κοινωνικής δικτύωσης από κινητό τηλέφωνο (smart phone) οι οποίες προβάλλονται σε οριζόντια διάταξη και με συνεχόμενη ροή. Σε δεύτερη ανάγνωση και αφού ο θεατής απομακρυνθεί από την επί μέρους πληροφορία συνειδητοποιεί ότι σε όλη την έκταση του το βίντεο σχηματίζεται η ελληνική σημαία. Το έργο επιχειρεί να θέσει ερωτήματα που αφορούν τη διαρκώς αυξανόμενη χρήση, που καταλήγει κατάχρηση, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην ελληνική καθημερινότητα. Λειτουργώντας άλλοτε ως μέσα επικοινωνίας και ενημέρωσης και άλλοτε ως εργαλεία χειραγώγησης, τα αποκαλούμενα social media απασχολούν και επηρεάζουν έντονα το κοινωνικό σύνολο, ενώ οι δημοσιεύσεις των πολλαπλών χρηστών τους αποτελούν πλέον αναπόσπαστο τμήμα του σύγχρονου (ψηφιακού) δημόσιου χώρου.
Πρόκειται για μία Διαδραστική Εγκατάσταση η οποία πραγματεύεται τα ζητήματα του μεταναστευτικού , των πολέμων και της παρακολούθησης των πολιτών σε παγκόσμια κλίμακα.
Το Wroom, είναι μία ταινία η οποία ξεκινά με δύο κόκκινα σιδερένια αυτοκινητάκια, ένα chevrolet 1100 του 1953 & ένα πυροσβεστικό όχημα magirus deutz του 1954, μικρών διαστάσεων, τα οποία ξεχύνονται για έναν αγώνα δεξιοτήτων, με πατιλίκια και drifts με ορμή στην τραπεζαρία του σπιτιού τους.