BLAH
To Βlah ως εικαστικό έργο επιδιώκει τη διάδραση με το φαινόμενο του ομιλούντος υποκειμένου. Το έργο ανταποκρίνεται στην ανθρώπινη φωνή με αέρα, και η ένταση του αέρα είναι ανάλογη της έντασης της φωνής.
Δανειζόμενο διαδικασίες εμβύθισης από το σωματικό θέατρο και το πλαίσιο του Black Box, το έργο επιδιώκει στη δημιουργία μιας απελευθερωτικής συνθήκης όπου οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να πειραματιστούν με τη φωνή τους έξω από το σύστημα της οργανωμένης γλώσσας.
Το Blah αποτελεί το εικαστικό μέρος της διπλωματικής μου εργασίας πάνω στη προβληματική των τριών διαστάσεων την οργανωμένης γλώσσας: επικοινωνία-έκφραση-νοηματοδότηση.
1x1x0.4
Σχετικά Έργα
Πού πηγαίνουν οι μνήμες όταν χάνονται; Και όταν δεν τις ανακαλώ, βρίσκονται εκεί που τις άφησα; Σε αυτό το δωμάτιο, το τόσο "ιδιωτικό" και αμετάκλητο όσο και η μνήμη μας, τα αντικείμενα εμψυχώνουν μία σειρά από σενάρια. Μία θύμηση κατακλύζει το δωμάτιο, μία άλλη δυσκολεύεται να φανερωθεί, μία άλλη διαρρέει μπρος και πίσω στο χρόνο. Η έννοια του "άλλου" αιωρείται ανάμεσα σε δύο καταστάσεις, σε αυτό που πέρασε, και σε αυτό που ανασύρεται κάθε φορά. Άλλωστε ποτέ δεν θυμόμαστε αυτούσια ή αντικειμενικά το συμβάν και το χώρο του. Πάντοτε εμψυχώνουμε την ανάμνηση με το δικό μας τρόπο. Μέσα από συνεχείς ανακλήσεις που προσπαθούν να διαιωνίσουν την ύπαρξη του "δωματίου", οι μνήμες συνομιλούν με το χώρο και το χρόνο, και μαζί με ένα μέρος του εαυτού μας. Είτε ως παρελθόν, είτε ως λήθη, είτε ως απώλεια, μοιάζουν να περιέχουν κάτι από αυτό που έχουμε ήδη χάσει.
Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία αφορά την παραγωγή, την σκηνοθεσία και τη δημιουργία animation ενός videoclip σύγχρονου χορού διάρκειας τεσσάρων (4) λεπτών. O τίτλος του είναι «ΛΗΘΗ: Videoclip με την τεχνική του Rotoscoping» και έχει ως θέμα την απώλεια ενός μεγάλου καλοκαιρινού έρωτα και τον πόνο που έρχεται όταν αυτός τελειώνει. Στόχος της είναι να συνδυαστούν αρμονικά όλα τα στοιχεία δηλαδή ο χορός, το περιβάλλον, τα χρώματα, η μουσική και το animation προκειμένου να δημιουργήσει στο θεατή ένα αίσθημα νοσταλγίας και μελαγχολίας.
Είναι Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 1943 και η μικρή πόλη των Καλαβρύτων πυρπολείται από το κατοχικό στρατό της ναζιστικής Γερμανίας, ενώ ολόκληρος ο ανδρικός πληθυσμός,
συγκεντρωμένος σε έναν κοντινό λόφο αφανίζεται από τα πυρά. Αυτό το έγκλημα πολέμου θα καταγραφεί στην ιστορία, μαζί με τη σφαγή της Μεραρχίας Άκουι, ως η μεγαλύτερη μαζική δολοφονία στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου. Τρεις άνδρες που έζησαν αυτά τα γεγονότα ως παιδιά, κλειδωμένοι με τα υπόλοιπα παιδιά, τις γυναίκες και τους ηλικιωμένους στο δημοτικό σχολείο των Καλαβρύτων, θυμούνται αυτήν την τραυματική εμπειρία.
Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία εκπονήθηκε στα πλαίσια της ολοκλήρωσης του μεταπτυχιακού προγράμματος του τμήματος Τεχνών ήχου και Εικόνας του Ιονίου Πανεπιστημίου.
Η μελέτη του θέματος θα είναι τα γεγονότα και τα δεδομένα με αφορμή την συμπλήρωση 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.
Η παρούσα εργασία σκοπό έχει να εμπλουτίσει το θεωρητικό πλαίσιο μελέτης. Η δομή της βασίζεται σε στοιχεία τα οποία έχω συλλέξει (σπάνιο φωτογραφικό υλικό, επιστολές, κα), από τα Δημόσια αρχεία του Κράτους, το Μουσείο Καποδίστρια αλλά και την Αναγνωστική εταιρεία.
Έργο Βίντεο. 39 πρόσωπα διαφορετικών ηλικιών που ζουν στο ίδιο μέρος καλούνται να καθίσουν μπροστά σε μια μαύρη πόρτα για να μιλήσουν για το αγαπημένο τους αντικείμενο και σε τι θα μεταμορφώνονταν με αυτό. Το βίντεο καταγράφει τις σιωπές πριν, μετά ή κατά τη διάρκεια του λόγου.
Το βίντεο που παρουσιάζεται αποτελεί ένα είδος καταγραφής – τεκμηρίωσης μίας χωρικής εγκατάστασης με διττό ρόλο, μέσω της θέασης/παρατήρησης και της συμμετοχής. Η διερεύνηση της σχέσης που αναπτύσσεται μεταξύ ψηφιακού και πραγματικού χώρου, δρώντας σε αυτόν, ως κύριος άξονας της αφήγησης ο άνθρωπος, ορίζεται ως το πλαίσιο της έρευνας, με αντικείμενο μελέτης την έννοια της μεταφοράς στη συνύπαρξη της εμπειρίας ως αφήγηση και της εμπειρίας του παρόντος ως γεγονός επιτέλεσης. Το πραγματικό περιβάλλον, μέσω της καταγραφής, προβάλλεται σε ένα αναλογικό έργο και μεταφέρεται σε ένα ψηφιακό περιβάλλον (εικόνες-βίντεο-βιντεοπροβολή), συνδέοντας το πραγματικό, το ψηφιακό και τη ζωγραφική φόρμα. Αντίστοιχα, το φυσικό περιβάλλον της εγκατάστασης μεταφέρεται στην επιφάνεια προβολής, σε έναν ψηφιακό χώρο, μέσω της κάμερας και του προβολέα. H βιντεοπροβολή διακόπτεται με την είσοδο του επισκέπτη στον χώρο της διάδρασης. Δημιουργείται μία συνθήκη όπου ο θεατής/επισκέπτης, αφενός γίνεται δέκτης ψηφιακών ερεθισμάτων (βιντεοπροβολή) και αφετέρου βιώνει μία νέα χωρική εμπειρία μέσω της συσχέτισης του πραγματικού με τον ψηφιακό χώρο.
Αυτό είναι το πρώτο βίντεο της οπτικοακουστικής μου εγκατάστασης με τίτλο "Riot Strike Riot". Στη συγκεκριμένη εγκατάσταση παρουσιάστηκε από μία υποκειμενική οπτική, η κοινωνικοπολιτική εικόνα του σήμερα μέσω οπτικοακουστικών ψηφιακών μέσων και αντικειμένων. O τίτλος είναι από το ομώνυμο βιβλίο του Joshua Clover.
Παρουσίαση τρισδιάστατης χαρτογραφικής προβολής (3d projection mapping), στη πρόσοψη του Ιερού Ναού Παναγίας των Ξένων, Κυρα - Φανερωμένη, στην παλαιά πόλη της Κέρκυρας, 2 Οκτωβρίου 2020 και ώρα 10:00.
Η παρούσα εργασία ακολουθώντας τη στρατηγική της εσκεμμένης ασάφειας και διασχίζοντας διαφορετικές εποχές, διανύουμε μια διαδρομή εικόνων και πληροφοριών, οι οποίες δηλώνουν την ελπίδα και τον φόβο σε διάφορους τομείς και χαρακτηρίζουν κάθε πολιτισμό και κάθε κοινωνία.
Ταυτόχρονα, πηγαίνοντας από τον φορμαλισμό στον ρεαλισμό, αναδεικνύεται ότι ο αριστοτελικός ορισμός της αναπαραστατικής ενότητας χώρου-χρόνου-δράσης, δεν ισχύει, πλέον, και τόσο στην τέχνη. Αναμφισβήτητα, η φορμαλιστική κίνηση, ανέδειξε ότι τα πλάνα δεν νοούνται μόνο σαν αλληλουχίες λογικών ενοτήτων, αλλά και σαν συλλήψεις θεωρητικές ή ιδεολογικές, όπου ο τρόπος σύνδεσής τους δεν νομιμοποιείται με βάση την αρχή της ενότητας του χωροχρόνου, αλλά με κάποιο αφηρημένο θεωρητικό πρότυπο, όπως είναι το υπόδειγμα της μεταφοράς, η πορεία μέσα από τις αντιθέσεις, οι συμβολισμοί και οτιδήποτε άλλο ενισχύει την αφαίρεση του θεωρητικού προτύπου. Αλλά και ο εσωτερικός ρεαλισμός, ο οποίος δε συνιστά κάποια θεωρία αλήθειας, προβάλλει τη σύγκλιση δύο, εκ πρώτης όψεως, ασύμβατων ιδεών.
Η εκπλήρωση μιας τελευταίας επιθυμίας, οδηγεί τον Filipo σε ένα αναδρομικό ταξίδι, από τα βουνά της Ηπείρου, στο πρόσφατο παρελθόν της πρωτοχρονιάς του 1945. Η συνάντηση του, με την ιστορία του, αναβιώνει τις μνήμες ενός ολόκληρου χωριού, ξεδιπλώνοντας τις σχέσεις και το δέσιμο δύο λαών, απέναντι στην επιταγή μιας όχι και τόσο μακρινής εποχής.
Ο χρόνος εμπειρίας της καραντίνας λειτούργησε ως εξανθρωπισμένος χρόνος. Η προηγούμενη κοινωνική βαρβαρότητα φυλακίστηκε στο οικείο κλουβί της ψυχής μου και έγινε ο χρόνος δημιουργίας μου. Κάθε μέρα ήταν ο φίλος μου, ένα αιώνιο κυκλικό και δυναμικό παρόν, μια συνείδηση χωρίς συγκρούσεις. Ήταν σαν μια αιωνιότητα που βιώνεται διαφορετικά κάθε στιγμή. Μια άνευ προηγουμένου μορφή ακινησίας με έπιασε και διαιωνίστηκε σε πολλά αφηρημένα θραύσματα που τελικά διαμόρφωσαν τη νέα υφή της ύπαρξής μου, σε αυτήν την περίεργη απομόνωση. Έγινε από το σφάγιο του χρόνου που ήμουν πριν, η ποιοτική του αποσύνθεση… Η πραγματικότητα παραμορφώθηκε και βιώθηκε απατηλά. Ο χρόνος από την αποξένωση που ήταν πριν, άλλαξε και έγινε το εξώφυλλο της γδαρμένης αλήθειας του εαυτού μου. Αυτός ο χρόνος, ονειρευόταν η συνείδησή μου να ζει.