Ψωμί και μια κουβέρτα

Είναι Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 1943 και η μικρή πόλη των Καλαβρύτων πυρπολείται από το κατοχικό στρατό της ναζιστικής Γερμανίας, ενώ ολόκληρος ο ανδρικός πληθυσμός,
συγκεντρωμένος σε έναν κοντινό λόφο αφανίζεται από τα πυρά. Αυτό το έγκλημα πολέμου θα καταγραφεί στην ιστορία, μαζί με τη σφαγή της Μεραρχίας Άκουι, ως η μεγαλύτερη μαζική δολοφονία στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου. Τρεις άνδρες που έζησαν αυτά τα γεγονότα ως παιδιά, κλειδωμένοι με τα υπόλοιπα παιδιά, τις γυναίκες και τους ηλικιωμένους στο δημοτικό σχολείο των Καλαβρύτων, θυμούνται αυτήν την τραυματική εμπειρία.
Σκηνοθεσία / Φωτογραφία / Μοντάζ / Σενάριο / Μίξη / Μουσική: Δημήτρης Γκρίντζος Επίβλεψη: Μαρία Χάλκου Βοηθοί σκηνοθέτη: Νίκος Γκρίντζος, Μαργαρίτα Χαλακατεβάκη Ηχοληψία: Δημήτρης Γκρίντζος, Μαργαρίτα Χαλακατεβάκη Ακορντεόν: Μαργαρίτα Χαλακατεβάκη Συμμετέχουν: Σωκράτης Αθανασιάδης, Γιώργος Δημόπουλος, Σωτήρης Θανόπουλος
Σχετικά Έργα
Το "Where Do I Exist?" είναι είναι η δημιουργία ενός εικονικού χώρου που αναζητά την σχέση μεταξύ των δύο κόσμων εικονικού και πραγματικού. Το έργο είναι αποτέλεσμα της σχέσης των περισσότερων ανθρώπων με τα social media κυρίως κατά την περίοδο της πανδημία. Γίνεται μία αναζήτηση για το πως θα μπορούσαμε να υπάρξουμε απελευθερωμένοι από το σώμα μας και τι θα σήμαινε αυτό για έννοιες όπως η ταυτότητα του φύλου, το άγγιγμα και ο θάνατος. Θα μπορούσαμε να απελευθερωθούμε και από αυτά πλησιάζοντας σε μία εικονική ύπαρξη; Ο κάθενας μπορεί να είναι μέρος του έργου είτε βλέποντας τον εαυτό του σε αυτό είτε κάνοντας ένα hashtag στο twitter με την λέξη #immaterial.
Το παρόν έργο αποτελεί μια ψηφιακή, διαδραστική, οπτικοακουστική εφαρμογή που δύναται να λειτουργεί είτε ως εικονική εγκατάσταση με ταυτόχρονη προβολή του περιεχομένου σε φυσικό χώρο είτε ως εκτελέσιμο ψηφιακό πολυμέσο σε οποιοδήποτε ηλεκτρονική υπολογιστή, συμβατό με τις τεχνικές προδιαγραφές της. Πραγματεύεται τη ροή της πληροφορίας, τη δημιουργία, συλλογή, αποθήκευση, ερμηνεία και αξιοποίησή της μέσα από αντιληπτικούς μηχανισμούς που μεταλλάσσονται -επαυξάνονται ή υποβαθμίζονται- με τα διαθέσιμα εργαλεία της ψηφιακής πραγματικότητας και τη μετουσίωση αυτής από μια αλληλουχία σειριακών τιμών παρακείμενων και αναφορικών σε ένα ενιαίο συγκείμενο, σε αυτό που αποκαλείται ως νόημα ή σημασία. Οι συμμέτοχοι αυτής της πραγματικότητας καλούνται να εμπλακούν στο βαθμό νοηματοδότησης που τους εκφράζει και που κυμαίνεται από την καθαρά προσληπτική και εμπειρική θέαση έως την μανιώδη αποσαφήνιση του συνόλου του περιεχομένου.
Το βίντεο που παρουσιάζεται αποτελεί ένα είδος καταγραφής – τεκμηρίωσης μίας χωρικής εγκατάστασης με διττό ρόλο, μέσω της θέασης/παρατήρησης και της συμμετοχής. Η διερεύνηση της σχέσης που αναπτύσσεται μεταξύ ψηφιακού και πραγματικού χώρου, δρώντας σε αυτόν, ως κύριος άξονας της αφήγησης ο άνθρωπος, ορίζεται ως το πλαίσιο της έρευνας, με αντικείμενο μελέτης την έννοια της μεταφοράς στη συνύπαρξη της εμπειρίας ως αφήγηση και της εμπειρίας του παρόντος ως γεγονός επιτέλεσης. Το πραγματικό περιβάλλον, μέσω της καταγραφής, προβάλλεται σε ένα αναλογικό έργο και μεταφέρεται σε ένα ψηφιακό περιβάλλον (εικόνες-βίντεο-βιντεοπροβολή), συνδέοντας το πραγματικό, το ψηφιακό και τη ζωγραφική φόρμα. Αντίστοιχα, το φυσικό περιβάλλον της εγκατάστασης μεταφέρεται στην επιφάνεια προβολής, σε έναν ψηφιακό χώρο, μέσω της κάμερας και του προβολέα. H βιντεοπροβολή διακόπτεται με την είσοδο του επισκέπτη στον χώρο της διάδρασης. Δημιουργείται μία συνθήκη όπου ο θεατής/επισκέπτης, αφενός γίνεται δέκτης ψηφιακών ερεθισμάτων (βιντεοπροβολή) και αφετέρου βιώνει μία νέα χωρική εμπειρία μέσω της συσχέτισης του πραγματικού με τον ψηφιακό χώρο.
Το θέμα του ντοκιμαντέρ είναι η γιαγιά μου η Αρετή. Έχω το όνομά της. Είναι πολύ απλός και γλυκός άνθρωπος. Θέλει πάντα να μας φροντίζει, να μας προσέχει και να μας ταΐζει.
Το ντοκιμαντέρ εστιάζει στην προσωπικότητα και την καθημερινή ζωή μιας ηλικιωμένης γυναίκας παρατηρώντας την μέσα στον προσωπικό της
χώρο.
Το ντοκιμαντέρ "Πορτρέτο" επιδιώκει, ως παρατηρητής που δεν επεμβαίνει και δεν αλληλεπιδρά, να παρουσιάσει αποσπάσματα από την καθημερινότητα μιας φοιτήτριας μουσικοθεραπείας όσον αφορά τη σχέση της με τη μουσική και τα μουσικά όργανα, δίνοντας έμφαση στις εκφράσεις και τις αντιδράσεις της ίδιας καθώς παράγει ήχους και αυτοσχεδιάζει.
Mε αφορμή τη προετοιμασία του ταξιδιού, την παραγωγική διαδικασία της συντήρησης, της επισκευής και των εργασιών στο χώρο του καρνάγιου δημιουργείται το έργο “Δάσος των Ανέμων”. Το έργο πήρε τον τίτλο του από τον ήχο που αφήνει ο άνεμος περνώντας από τα κατάρτια των σκαφών. Το Δάσος των Ανέμων είναι ένα 360 video animation οπού εξελίσσετε σε έναν θεατρικό χώρο και απροσδιόριστο χρόνο. Tο βιντεο αποδίδει την αθέατη πλευρά ενός ονείρου, του ονείρου του ταξιδιού και της προετοιμασίας του με της μορφές να αιωρούνται απρόσωπες στο χώρο ως υφασμάτινες φόρμες εργασίας, δημιουργώντας μια χορογραφημένη κινησιολογική διαδικασία αφήγησης . Oι μορφές τρίβουν γυαλίζουν και φέρουν εις πέρας κάθε λογής εργασία με την επαναλαμβανόμενη κίνηση τους, εώς ότου αφήνονται στο κενό σαν αντικείμενα σε μια ατέρμων ελεύθερη πτώση.
Το Wroom, είναι μία ταινία η οποία ξεκινά με δύο κόκκινα σιδερένια αυτοκινητάκια, ένα chevrolet 1100 του 1953 & ένα πυροσβεστικό όχημα magirus deutz του 1954, μικρών διαστάσεων, τα οποία ξεχύνονται για έναν αγώνα δεξιοτήτων, με πατιλίκια και drifts με ορμή στην τραπεζαρία του σπιτιού τους.
Στο βασίλειο της ακουστικής υπέρ-πραγματικότητας συναντάμε τα ηχητικά ομοιώματα της τάξης του Κακού. Αυτά είναι ηχητικά σήματα που κρύβουν και μετουσιώνουν μια βαθιά ακουστική πραγματικότητα. Είναι παραστατικές παραπομπές, που όμως αποκρύπτουν το πραγματικό και υιοθετουν το ρόλο της διαστρεβλωμένης εκδοχής του. Το ομοιώματα της τάξης του κακού είναι μία διαστροφή της πραγματικότητας. Με το ηχητικό έργο τέχνης «Φυσική Διαστροφή» ο καλλιτέχνης διερευνά αυτογενετικούς, αυτοποιητικούς, ανταποκρινόμενους και βιομιμητικούς τρόπους δημιουργίας. Εξερευνά δρόμους μέσα από τους οποίους το αυθεντικό φυσικό ηχητικό σήμα μπορεί να μετατραπεί σε μία ηχητική καρικατούρα και ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο ισορροπεί μεταξύ του σημαίνοντος και του σημαινομένου του, επαναπροσδιορίζεται ως μια νέα μουσική γλώσσα που εξυπηρετεί τόσο τις ακουσματικές όσο και τις μη κοχλιακές προσεγγίσεις της σύγχρονης ηχητικής τέχνης.
Η ταινία περιγράφει την ζωή της Βαρβάρας. Όποιος θέλει να μάθει περισσότερα απλά ας την δει.